Πόλεις των Σουμερίων, 2.000 χρόνων, καταστρέφονται και λεηλατούνται από αρχαιοκάπηλους.Τα τείχη της ισχυρής πόλης Ουρ των Χαλδαίων ραγίζουν από την καταπόνηση των μαζικών μετακινήσεων στρατευμάτων. Γαιοκτήμονες αγοράζουν εξ ολοκλήρου τους εναπομείναντες αρχαιολογικούς χώρους της αρχαίας Μεσοποταμίας για να λεηλατήσουν τα έργα τέχνης και τον πλούτο τους. Η σχεδόν ολοκληρωτική καταστροφή του ιστορικού παρελθόντος του Ιράκ, της ίδιας της κοιτίδας του ανθρώπινου πολιτισμού, αποτελεί ένα από τα πιο επαίσχυντα σύμβολα της καταστροφικής κατοχής μας.
Τα αποδεικτικά στοιχεία που συγκεντρώνονται από τους αρχαιολόγους δείχνουν ότι ακόμη και αυτοί που εκπαιδεύτηκαν ως αρχαιολογικοί εργάτες επί Σαντάμ Χουσεΐν χρησιμοποιούν τώρα τις γνώσεις τους, σε συνεργασία με αρχαιοκάπηλους, για την ανασκαφή αρχαίων πόλεων, καταστρέφοντας ανεκτίμητης αξίας βάζα, φιάλες και άλλα έργα τέχνης, καθώς ψάχνουν για χρυσό και άλλους θησαυρούς.
Σαν επακόλουθο του πολέμου του Κόλπου το 1991, στρατοί αρχαιοκάπηλων εγκαταστάθηκαν στις εγκαταλειμμένες πόλεις του νότιου Ιράκ και τουλάχιστον 13 ιρακινά μουσεία λεηλατήθηκαν. Σήμερα, όλοι σχεδόν οι αρχαιολογικοί χώροι στο νότιο Ιράκ βρίσκονται υπό τον έλεγχο αρχαιοκάπηλων.
Σε μια μακροσκελή αποστομωτική αξιολόγηση, που πρόκειται να δημοσιευτεί τον ερχόμενο Δεκέμβριο, η Λιβανέζα αρχαιολόγος Τζόαν Φάρκχακ υποστηρίζει ότι «ούτε ένα μέτρο των πρωτευουσών των Σουμερίων, που έχουν θαφτεί κάτω από την άμμο για χιλιάδες χρόνια, δεν έχει γλιτώσει από τους στρατούς των αρχαιοκάπηλων. Αυτοί κατέστρεψαν συστηματικά τα απομεινάρια αυτού του πολιτισμού, καθώς ψάχνουν ακατάπαυστα για αντικείμενα τέχνης που μπορούν να πουληθούν: αρχαίες πόλεις που υπολογίζεται ότι καλύπτουν μια επιφάνεια 20 τετραγωνικών χιλιομέτρων, οι οποίες, αν ανασκάπτονταν σωστά, θα μπορούσαν να μας δώσουν πολλές νέες πληροφορίες για την ανάπτυξη του ανθρώπινου γένους. Το ανθρώπινο γένος χάνει το παρελθόν του για μια πλάκα με σφηνοειδή γραφή ή ένα γλυπτό ή ένα κομμάτι κοσμήματος, τα οποία οι έμποροι αγοράζουν και πουλούν σε μια κατεστραμμένη από τον πόλεμο χώρα. Το ανθρώπινο γένος χάνει την ιστορία του για την ικανοποίηση των ιδιωτών συλλεκτών, που ζουν με ασφάλεια στις πολυτελείς τους κατοικίες και δίνουν παραγγελίες για συγκεκριμένα αντικείμενα για τη συλλογή τους».
«Υπάρχουν 10.000 αρχαιολογικές τοποθεσίες στη χώρα. Μόνο στην περιοχή της Νασαρίγια, υπάρχουν περίπου 840 αρχαιολογικοί χώροι των Σουμερίων. Ολοι αυτοί έχουν λεηλατηθεί συστηματικά. Ακόμη και ο Μέγας Αλέξανδρος όταν κατέστρεφε μια πόλη, πάντα έκτιζε μια άλλη. Ομως τώρα οι αρχαιοκάπηλοι καταστρέφουν τα πάντα, γιατί φτάνουν μέχρι τα θεμέλια. Το καινούργιο είναι ότι οι αρχαιοκάπηλοι γίνονται όλο και πιο οργανωμένοι και, προφανώς, διαθέτουν πολύ χρήμα. Επιπλέον, οι στρατιωτικές επιχειρήσεις καταστρέφουν τους αρχαιολογικούς χώρους για πάντα. Εδώ και πέντε χρόνια υπάρχει μια αμερικάνικη στρατιωτική βάση στην πόλη Ουρ και τα τείχη της ραγίζουν από το βάρος των στρατιωτικών οχημάτων. Είναι σαν να δέχεται ένας αρχαιολογικός χώρος συνεχή σεισμό».
Απ’ όλους τους αρχαιολογικούς χώρους του σημερινού Ιράκ, η Ουρ θεωρείται η πιο σημαντική στην ιστορία του ανθρώπινου γένους. Ιδρύθηκε γύρω στο 4.000 π.Χ από τους Σουμέριους, οι οποίοι εφάρμοσαν τις αρχές της άρδευσης, ανέπτυξαν τη γεωργία και την κατεργασία των μετάλλων. 1500 χρόνια αργότερα, στο γνωστό ως «αιώνα του κατακλυσμού», η Ουρ παρήγαγε τα πρώτα δείγματα γραφής και σφραγίδων. Στη γειτονική Λάρσα, ψημένοι πλίνθοι πηλού χρησιμοποιούνταν ως χρηματικές εντολές – τα πρώτα τσεκ στον κόσμο – και το βάθος του κοιλώματος του δακτύλου στον πηλό έδειχνε το ποσό των χρημάτων που δινόταν εντολή να μεταφερθούν. Οι βασιλικοί τάφοι της Ουρ περιείχαν κοσμήματα, ξιφίδια, χρυσό, κυλινδρικές σφραγίδες αζουρίτη και μερικές φορές τα λείψανα σκλάβων.
Αμερικάνοι Αξιωματούχοι έχουν επανειλημμένα ισχυριστεί ότι η μεγάλη αμερικάνικη βάση που κατασκευάστηκε στη Βαβυλώνα επρόκειτο να προστατεύσει τον αρχαιολογικό χώρο, όμως η Ιρακινή αρχαιολόγος Ζαϊνάμπ Μπαχράνι, καθηγήτρια της Ιστορίας της Τέχνης και της Αρχαιολογίας στο πανεπιστήμιο Κολούμπια, λέει ότι αυτό δεν είναι αλήθεια. Σε μια ανάλυση για την πόλη, υποστηρίζει ότι «η ζημιά που έχει υποστεί η πόλη είναι εκτεταμένη και ανεπανόρθωτη. Η κατοχή έχει προκαλέσει μια τρομερή καταστροφή της Ιστορίας, πέρα από τα μουσεία και τις βιβλιοθήκες που λεηλατήθηκαν και καταστράφηκαν κατά την πτώση της Βαγδάτης. Τουλάχιστον εφτά ιστορικές τοποθεσίες έχουν χρησιμοποιηθεί με τον ίδιο τρόπο από τις αμερικάνικες και τις συμμαχικές δυνάμεις από τον Απρίλιο του 2003, μια από τις οποίες είναι η ιστορική καρδιά της Σαμάρα, όπου το ιερό προσκύνημα Ασκάρι, που κτίστηκε από τον Νασρ αλ Ντιν Σαχ, βομβαρδίστηκε το 2006.
Η χρησιμοποίηση των χώρων πολιτιστικής κληρονομιάς ως στρατιωτικές βάσεις αποτελεί παραβίαση της Συνθήκης της Γενεύης και του Πρωτοκόλλου του 1954 που καλύπτει τις περιόδους κατοχής. Οι ΗΠΑ δεν έχουν βέβαια υπογράψει τη Συνθήκη της Γενεύης, την έχουν όμως υπογράψει η Ιταλία, η Πολωνία, η Αυστραλία και η Ολλανδία, που έχουν στείλει στρατεύματα στο Ιράκ.
Η κυρία Φάρκχακ επισημαίνει ότι καθώς τα θρησκευτικά κόμματα κερδίζουν έδαφος σε όλες τις Ιρακινές επαρχίες και οι αρχαιολογικοί χώροι περνούν υπό τον έλεγχό τους. Ενδεικτικά αναφέρεται στην περίπτωση του Αμπντουλαχίρ Χαμντάνι, διευθυντή αρχαιοτήτων στην επαρχία Ντι Καρ, ο οποίος προσπάθησε απελπισμένα – αλλά μάταια – να εμποδίσει την καταστροφή των θαμένων πόλεων την περίοδο της κατοχής. Ο ίδιος λέει: «Το 2006, στρατολογήσαμε 200 αστυνομικούς, γιατί προσπαθούσαμε να σταματήσουμε τις λεηλασίες με περιπολίες στους αρχαιολογικούς χώρους όσο το δυνατόν πιο συχνά. Ο εξοπλισμός μας δεν ήταν αρκετός γι αυτή την αποστολή, γιατί είχαμε μόνο οχτώ αυτοκίνητα, μερικά τουφέκια και λίγους ασύρματους για όλη την επαρχία, όπου έχουν απογραφεί 800 αρχαιολογικοί χώροι. Φυσικά, αυτά δεν ήταν αρκετά, αλλά εμείς προσπαθούσαμε να επιβάλλουμε κάποια τάξη μέχρι που η περικοπή κονδυλίων από την κυβέρνηση δεν μας επέτρεπε πλέον να πληρώνουμε τα καύσιμα για τις περιπολίες. Ετσι καταλήξαμε στα γραφεία μας προσπαθώντας να αντιμετωπίσουμε την αρχαιοκαπηλία, όμως όλα αυτά συνέβαιναν πριν το νότιο Ιράκ περάσει στον έλεγχο των θρησκευτικών κομμάτων».
Την περασμένη χρονιά, η υπηρεσία αρχαιοτήτων του κυρίου Χαμντάνι έλαβε μια κοινοποίηση η οποία ενέκρινε τη δημιουργία εργοστασίων τούβλων σε περιοχές γύρω από αρχαιλογικούς χώρους των Σουμερίων. Ομως γρήγορα έγινε φανερό ότι οι ιδιοκτήτες των εργοστασίων σκόπευαν να αγοράσουν τη γη από την ιρακινή κυβέρνηση, γιατί έκρυβε αρκετές πρωτεύουσες των Σουμερίων και άλλους αρχαιολογικούς χώρους. Οι νέοι ιδιοκτήτες θα έσκαβαν τον αρχαιολογικό χώρο, θα διέλυαν τα «παλιά τούβλα από λάσπη» για να φτιάξουν καινούργια για την αγορά και θα πουλούσαν τα αρχαιολογικά ευρήματα που θα ανακάλυπταν στους εμπόρους αρχαιοτήτων.
Ο κύριος Χαμντάνι αρνήθηκε να υπογράψει το φάκελο. Η κυρία Φάρκχακ επισημαίνει: «Η άρνησή του είχε άμεσες επιπτώσεις.Τα θρησκευτικά κόμματα που ελέγχουν τη Νασαρίγια έστειλαν την αστυνομία να τον συλλάβει με την κατηγορία της διαφθοράς. Κλείστηκε στη φυλακή για τρεις μήνες περιμένοντας να δικαστεί. Το Κρατικό Συμβούλιο Αρχαιοτήτων και Κληρονομιάς τον υπεράσπισε στη δίκη, όπως και η ισχυρή φυλή του. Απελευθερώθηκε και επέστρεψε στη θέση του. Τα σχέδια για τα εργοστάσια τούβλων πάγωσαν, όμως διάφορες εκθέσεις έχουν αποκαλύψει ότι παρόμοια στρατηγική προωθείται σε άλλες πόλεις και αρχαιολογικούς χώρους, όπως στην Ακαρακούφ Ζιγκαράτ κοντά στη Βαγδάτη…
Οι λεγεώνες των αρχαιοκάπηλων δουλεύουν πολύ οργανωμένα. Φορτηγά, αυτοκίνητα, αεροπλάνα και πλοιάρια μεταφέρουν τα αρχαιολογικά ευρήματα του Ιράκ στην Ευρώπη, στις ΗΠΑ, στα Ενωμένα Αραβικά Εμιράτα και στην Ιαπωνία. Οι αρχαιολόγοι επισημαίνουν ότι ένας όλο και αυξανόμενος αριθμός ιστοσελίδων στο διαδίκτυο προσφέρουν αρχαιολογικά ευρήματα οπουδήποτε, ηλικίας μέχρι 7.000 χρόνων…».