Στα προηγούμενα δύο φύλλα της «Κ» εξετάσαμε την πολιτική του Τσάβες στα οχτώ χρόνια της κυριαρχίας του. Αναφερθήκαμε στον ιδιωτικό τομέα της οικονομίας, που συνεχίζει να είναι ισχυρότερος από τον κρατικό, στις εθνικοποιήσεις, που έγιναν προσφέροντας «ζεστό χρήμα» στις ξένες πολυεθνικές, αλλά και στις απαλλοτριώσεις, που περιορίστηκαν σε εταιρίες που είτε είχαν εγκαταλειφθεί από τους καπιταλιστές είτε είχαν δηλώσει πτώχευση και ήταν καταχρεωμένες. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η πρώτη απαλλοτρίωση που έγινε στη χώρα, η απαλλοτρίωση της χαρτοβιομηχανίας Venepal, η οποία έγινε μετά από δύο χρόνια αγώνων των εργατών κι αφού η εταιρία είχε δηλώσει πτώχευση δύο φορές (μία τον Ιούλη του 2003 και μία το Σεπτέμβρη του 2004) και είχε απολύσει τα 3/4 των εργατών της, οι οποίοι ποτέ δεν ξαναπροσλήφθηκαν. Αναφερθήκαμε στις κοπερατίβες, που παρά το γεγονός ότι κερδίζουν έδαφος, δεν αγγίζουν τους πλέον κερδοφόρους τομείς της οικονομίας και σε ορισμένες περιπτώσεις δεν εξασφαλίζουν στους εργάτες ούτε το βασικό μισθό. Σ’ αυτό το φύλλο θα αναφέρουμε μερικά ακόμα στοιχεία που συνθέτουν τον «σοσιαλισμό του 21ου αιώνα» που επαγγέλλεται ο Τσάβες: την κοινωνική ανισότητα, τη διαφθορά και την «αντιιμπεριαλιστική» του πολιτική.
♦ Η κοινωνική ανισότητα
Μπορεί η οικονομική κατάσταση των πλατιών λαϊκών μαζών να βελτιώθηκε στα οχτώ χρόνια της διακυβέρνησης Τσάβες, η εισοδηματική ανισότητα όμως δεν άλλαξε. Το αντίθετο. Σύμφωνα με έκθεση της Κεντρικής Τράπεζας της Βενεζουέλας, που δημοσιεύτηκε το 2005, σημειώθηκε ελαφρά διεύρυνση της εισοδηματικής ανισότητας μέσα στην πρώτη πενταετία της νέας χιλιετίας[1].
Η Κεντρική Τράπεζα υπολόγισε τον συντελεστή Gini, ο οποίος χρησιμοποιείται διεθνώς για τη μέτρηση της ανισότητας των εισοδημάτων. Ο δείκτης αυτός έχει οριστεί έτσι ώστε όταν είναι μηδενικός να σημαίνει ότι υπάρχει τέλεια εισοδηματική ισότητα (δηλαδή όλοι έχουν το ίδιο εισόδημα), ενώ όταν είναι ίσος με τη μονάδα να σημαίνει ότι υπάρχει πλήρης εισοδηματική ανισότητα (δηλαδή, ένα άτομο κατέχει όλο τον πλούτο και τα υπόλοιπα έχουν μηδενικό εισόδημα). Δε θα σταθούμε εδώ στο κατά πόσο αυτός ο δείκτης αποδίδει την πραγματική κοινωνική ανισότητα σε κάθε χώρα. Ακόμα κι αν δεχτούμε ότι η μέτρηση των εισοδημάτων είναι ακριβής (που δεν είναι), δύο άνθρωποι με ίσα εισοδήματα δεν σημαίνει ότι είναι οικονομικά και κοινωνικά ίσοι, εφόσον κατά κανόνα έχουν διαφορετικές ανάγκες (π.χ. ο ένας είναι μόνος του και ο δεύτερος έχει πέντε παιδιά να θρέψει). Παρολαυτά, ο δείκτης αυτός αποτελεί μία ένδειξη της τάσης που επικρατεί στη διαφοροποίηση των εισοδημάτων.
Μια ένδειξη που τη δέχεται η Κεντρική Τράπεζα της Βενεζουέλας, η οποία κατέληξε στο συμπέρασμα, ότι ο δείκτης αυτός αυξήθηκε από 0.44 (το 2000) σε 0.48 (το 2005), δηλαδή σημείωσε μία αύξηση κατά 9.1%. Ετσι, το 2005, το πλουσιότερο 10% του πληθυσμού νεμόταν το 37.6% του εθνικού εισοδήματος, ενώ το φτωχότερο 10% νεμόταν μόλις το 1.4%[1].
Οσον αφορά στη γη, η συγκέντρωσή της σε λίγα χέρια εξακολουθούσε να είναι καταθλιπτική υπέρ των ντόπιων γαιοκτημόνων. Αρκεί να αναλογιστούμε ότι έξι χρόνια μετά την επικράτηση Τσάβες, το 2005, το 1% του πληθυσμού της χώρας εξακολουθούσε να κατέχει το 60% των γαιών[2].
Ενα ακόμα ενδεικτικό στοιχείο για την κοινωνική ανισότητα αποτελεί και το ποσοστό των εργαζομένων που δουλεύουν στη λεγόμενη παραοικονομία, σε σχέση με αυτούς που δουλεύουν στην «κανονική» οικονομία. Κι αυτό γιατί αυτοί που δουλεύουν στην «παραοικονομία» δεν έχουν δικαιώματα, καθώς δεν καλύπτονται από κανένα νόμο, δουλεύουν «μαύρα» και θεωρούνται «αυτοαπασχολούμενοι» (ή για την ακρίβεια «αυτο- απασχολήσιμοι»). Σύμφωνα με τα στοιχεία της Εθνικής Στατιστικής Υπηρεσίας της Βενεζουέλας[3], οι εργαζόμενοι που δούλευαν στον «άτυπο» τομέα της οικονομίας ανέρχονταν στο 44.1% του συνόλου το 1998, ενώ το 2006 είχαν μειωθεί στο 41.1%. Δηλαδή, ένα τεράστιο ποσοστό των βενεζουελάνων εργαζομένων εξακολουθούσε να δουλεύει χωρίς δικαιώματα, επτά χρόνια μετά τη νίκη της «μπολιβαριανής επανάστασης». Καταλαβαίνει λοιπόν κανείς, γιατί τα φιλεργατικά μέτρα του Τσάβες (όπως η μείωση του χρόνου εργασίας από 8 σε 6 ώρες για εξαήμερη βδομαδιάτικη εργασία) άφησαν αδιάφορους πολλούς εργαζόμενους, οι οποίοι δεν έσπευσαν να τον στηρίξουν και απείχαν από το συνταγματικό δημοψήφισμα (θυμίζουμε ότι η αποχή άγγιξε το 44%).
♦ Η διαφθορά
Σύμφωνα με τον δείκτη μέτρησης της διαφθοράς, που χρησιμοποιείται διεθνώς (Transparency International 2007 Corruption Perception Index) από την οργάνωση Transparency Internatio-nal (TI – Διεθνής Διαφάνεια), που έχει έδρα το Βερολίνο και διαθέτει διεθνές δίκτυο σε 90 χώρες, η Βενεζουέλα κατατάσσεται στις χώρες με τη μεγαλύτερη διαφθορά.
Βέβαια, αυτές οι μετρήσεις δεν είναι αντικειμενικές, δεδομένου ότι η «διεθνής κοινότητα» και οι διάφοροι οργανισμοί της κατευθύνονται από πολιτικά κριτήρια, και ως γνωστόν ο Τσάβες αποτελεί αγκάθι στην αμερικάνικη πολιτική. Επομένως, δε μπορεί να βασιστεί κανείς σ’ αυτούς τους δείκτες. Εμείς θα βασιστούμε στην απάντηση που έδωσαν οι υποστηρικτές του Τσάβες, μέσα από το πρακτορείο Venezuelanalysis, που στηρίζει την «μπολιβαριανή επανάσταση».
Σε άρθρο του Gregory Wilpert, ενός από τη συντακτική ομάδα του ειδησεογραφικού αυτού πρακτορείου, δίνεται μια απάντηση σχετικά με το ψευδεπίγραφο αυτών των δεικτών. Ο συντάκτης υποστηρίζει ότι ο δείκτης της διαφθοράς που υπολογίζεται από την TI βασίζεται σε γνώμες ξένων ειδικών, επιχειρηματιών και ανθρώπων εκτός των συνόρων της χώρας[4]. Σε αντιδιαστολή με τον δείκτη της διαφθοράς που υπολογίζεται από την TI, ο Wilpert αναφέρει δύο ακόμα μετρήσεις: το Διεθνές Βαρόμετρο Διαφθοράς (Global Corruption Barometer – GCB) και το Λατινοβαρόμετρο (Latinobarometer – LB), για να καταλήξει ότι η διαφθορά στη Βενεζουέλα είναι λίγο μικρότερη από αυτή που επικρατεί στη Λατινική Αμερική: «Εν συντομία, όταν κάποιος συγκρίνει με πιο αντικειμενικά δεδομένα την διαφθορά στη Βενεζουέλα με αυτή σε άλλες χώρες, η διαφθορά στη Βενεζουέλα είναι είτε το ίδιο υψηλή όπως και στις άλλες λατινοαμερικάνικες χώρες, είτε ελαφρά μικρότερη»[4].
Σύμφωνα μάλιστα με το γκάλοπ του Λατινοβαρόμετρου (LB), η Βενεζουέλα βρίσκεται στην τρίτη θέση στη λατινοαμερικάνικη ήπειρο από την άποψη της καταπολέμησης της διαφθοράς. Το 42% του πληθυσμού πιστεύει ότι υπάρχει πρόοδος στην καταπολέμησή της. Ξέρετε ποιες χώρες είναι σε καλύτερη θέση από τη Βενεζουέλα; Η Κολομβία και η Ουρουγουάη, με ποσοστά 45%. Δε θέλουμε να κουράσουμε με περισσότερα στοιχεία. Σημειώνουμε μόνο ότι κατά καιρούς έχουν συλληφθεί αρκετά κρατικά στελέχη με την κατηγορία της διαφθοράς, πράγμα που δείχνει ότι εξακολουθεί να είναι ισχυρή στη χώρα, ακόμα κι αν δεχτούμε ότι έχει μειωθεί στα χρόνια του Τσάβες. Το γεγονός όμως είναι ότι δεν έχει γίνει καμία θεαματική βελτίωση και, όπως παραδέχεται και ο Wilpert, η διαφθορά βρίσκεται στα ίδια επίπεδα με τις υπόλοιπες χώρες της Λατινικής Αμερικής (οι περισσότερες από τις οποίες είναι βασίλεια της διαφθοράς). Αυτό όμως δεν είναι στοιχείο… σοσιαλιστικού μετασχηματισμού.
♦ Αντιιμπεριαλισμός;
Αφήσαμε τελευταία την «αντιιμπεριαλιστική» πολιτική του Τσάβες, γιατί αποτελεί το δυνατό του χαρτί και τον καμβά στον οποίο υφαίνεται και συγκινεί η προπαγάνδα του. Οταν μιλάμε για αντιιμπεριαλισμό, δυστυχώς έχουμε στο μυαλό μας την αντίθεση (πραγματική ή ρητορική ή και τα δύο) ενάντια στην ισχυρότερη ιμπεριαλιστική δύναμη του πλανήτη: τις ΗΠΑ. Αυτό όμως δε συνιστά αντιιμπεριαλισμό, αλλά αντιαμερικανισμό, και δε μπορεί να θεωρηθεί ένα και το αυτό. Γιατί ο αντιαμερικανισμός μπορεί κάλλιστα να συνυπάρχει με την σύγκλιση με άλλες ιμπεριαλιστικές δυνάμεις, όπως η Ρωσία και η Κίνα.
Οπως και γίνεται, καθώς ο Τσάβες έσπευσε να συνάψει σημαντικές οικονομικές συμφωνίες και με τη Ρωσία και με την Κίνα, στον πολεμικό τομέα με την πρώτη και στον πετρελαϊκό με τη δεύτερη[5]. Κάποιος θα αντιτείνει ότι ο Τσάβες «παίζει» με τις ενδοϊμπεριαλιστικές αντιθέσεις για να μπορέσει να εδραιώσει τον σοσιαλισμό του. Κάτι τέτοιο, όμως, όπως διαπιστώσαμε με τα συνοπτικά στοιχεία που παραθέσαμε σ’ αυτό το αφιέρωμα, δεν φαίνεται να γίνεται. Αντίθετα, ο Τσάβες μάλλον θέλει να παζαρέψει με καλύτερους όρους το πετρελαϊκό ατού της χώρας του, γι’ αυτό και έχει την υποστήριξη του στρατού και τμήματος της αστικής τάξης. Ενώ αν δούμε τα πράγματα από πιο κοντά, θα διαπιστώσουμε ότι ακόμα και ο αντιαμερικανισμός του Τσάβες έχει τα όριά του.
♦ Οι κρατικοποιήσεις στο πετρέλαιο
Κάτω από αυτό το πρίσμα θα πρέπει να δούμε και τις μεγάλες αυξήσεις των φόρων στις ξένες πετρελαϊκές εταιρίες, αλλά και την κρατικοποίηση των τελευταίων ιδιωτικών εγκαταστάσεων παραγωγής και διύλισης αργού πετρελαίου στη λεκάνη του Ορινόκο, που ανακοινώθηκε την Πρωτομαγιά του 2007, με το πέρασμα του 60% των μετοχών στα χέρια της κρατικής εταιρίας πετρελαίου (PDVSA). Το πέρασμα του ελέγχου των κοιτασμάτων της λεκάνης του Ορινόκο έγινε ύστερα από σκληρό παζάρι με τις έξι πολυεθνικές που εκμεταλλεύονταν αυτό το κοίτασμα που παράγει το 1/5 της πετρελαϊκής παραγωγής της χώρας. Μετά από δυο μήνες διαπραγματεύσεων, οι αμερικάνικες Conoco Philips και Mobil-Exxon, δεν δέχτηκαν την απόφαση Τσάβες για συνεκμετάλλευση υπό κρατικό έλεγχο, ενώ οι υπόλοιπες τέσσερις (η αμερικάνικη Chevron, η βρετανική BP, η νορβηγική Statoil και η γαλλική Total) την αποδέχτηκαν. Αυτό αποτέλεσε πλήγμα ιδιαίτερα για την ConocoPhilips που τα κέρδη της από τη Βενεζουέλα ανήλθαν πέρσι σε 800 εκατ. δολάρια, ποσοστό 5% των συνολικών της κερδών, ενώ οι συνολικές της επενδύσεις στη Βενεζουέλα το 2006 έφταναν στα 2.5 δισ. δολάρια[6]. Πλήγμα (αν και μικρότερο) δέχτηκε και η Exxon, η οποία προσέφυγε στο «Διεθνές Κέντρο Διευθετήσεων Επενδυτικών Διαφορών» ζητώντας αποζημίωση 750 εκατ. δολάρια. Τα παζάρια για την αποζημίωση των εταιριών που δεν αποδέχτηκαν την απόφαση του Τσάβες για συνεκμετάλλευση των κοιτασμάτων με το κράτος συνεχίζονται μέχρι και σήμερα, όπως μας πληροφορεί το επίσημο site της ConocoPhillips[7].
Και αυτή η εθνικοποίηση, λοιπόν, δεν είχε τίποτα το ριζοσπαστικό, πέραν της διαχείρισης του φυσικού πλούτου της χώρας με πολύ καλύτερους όρους. Αρκεί να αναλογιστούμε ότι οι ξένες εταιρίες πλήρωναν μόλις 1% δικαίωμα εκμετάλλευσης πριν από τον Τσάβες, ο οποίος το ανέβασε στο 33.2% και τη φορολογία από 34% σε 50%, όπως έχουμε γράψει σε παλαιότερο φύλλο της «Κ» [8]).
Αυτό το καταλαβαίνουν πολύ καλύτερα από κάποιους «αριστερούς» οι ίδιοι οι καπιταλιστές και οι αναλυτές τους που διαπιστώνουν ότι: «Παρά τη συχνά έντονη ρητορική του προέδρου, οι ξένες εταιρίες έχουν ακμάσει εν μέσω της ραγδαίας ανάπτυξης εξαιτίας του πετρελαίου. Από την αυτοκινητοβιομηχανία Audi μέχρι τον παραγωγό του κέτσαπ Heinz και τις μεγαλύτερες πετρελαϊκές εταιρίες, όλοι έχουν απολαύσει χοντρά κέρδη. Αμερικάνοι αναλυτές παρατήρησαν ότι ο Τσάβες κάνει συχνά σαρωτικές δημόσιες δηλώσεις που ακολουθούνται από περισσότερο περιορισμένη δράση. “Οι ξένοι επενδυτές που βρίσκονται εκεί πάνε πολύ καλά… “Η χώρα είναι γεμάτη με πετρελαϊκό χρήμα”, λέει ο Κρίστοφερ Σαμπατίνι, ανώτατος διευθυντής του Συμβουλίου της Αμερικής»[9]. Στο ίδιο συμπέρασμα κατέληγε και η αμερικανίδα καθηγήτρια Σάνον Ο Νιλ, από το Ινστιτούτο Λατινοαμερικάνικων Μελετών, η οποία δήλωσε στον ανταποκριτή του CNBC ότι «μετά από έξι χρόνια διαπραγματεύσεων, οι πετρελαϊκοί γίγαντες δεν ανησυχούν από τον αποκαλούμενο “σοσιαλισμό του 21ου αιώνα” του Τσάβες»[10].
♦ Σαν επίλογος
Η ήττα του Τσάβες στο συνταγματικό δημοψήφισμα δεν ήταν, λοιπόν, κεραυνός εν αιθρία. Σήμερα έχει συσσωρευτεί αρκετή εμπειρία για να καταλήξει κανείς στο συμπέρασμα, ότι η «μπολιβαριανή επανάσταση» του Τσάβες καμία σχέση δεν έχει με πραγματική επανάσταση. Η κινητοποίηση των λαϊκών μαζών, το κίνημα των κοπερατίβων και των καταλήψεων των εγκαταλελειμμένων εργοστασίων δε συνιστούν επαναστατική διαδικασία. Αποτελούν επεισόδια της ταξικής πάλης που συντελείται στη χώρα, μιας ταξικής πάλης που δεν αποτελεί χαρακτηριστικό μόνο της Βενεζουέλας, αλλά ολόκληρης της λατινοαμερικάνικης ηπείρου, που δονείται από τις μεγάλες ταξικές αντιθέσεις για δεκαετίες ολόκληρες.
Στη Λατινική Αμερική δεν είναι ασυνήθιστο φαινόμενο οι σκληρές ταξικές αντιπαραθέσεις που αρκετές φορές στο παρελθόν πήραν ιδιαίτερα βίαιο χαρακτήρα (ας θυμηθούμε τις εξεγέρσεις στην Αργεντινή και το Εκουαδόρ). Αυτές όμως οι αντιπαραθέσεις, για να φτάσουν στο επίπεδο της επανάστασης, θα πρέπει να θέσουν επί τάπητος το ζήτημα της πολιτικής εξουσίας, το ζήτημα του ποια τάξη θα επικρατήσει και θα βάλει τη σφραγίδα της στην κοινωνική και οικονομική ζωή του τόπου. Από αυτή την άποψη, ο Τσάβες κάθε άλλο παρά προωθεί την επαναστατική αλλαγή. Γιατί επαναστατική αλλαγή χωρίς τη συντριβή της παλιάς κρατικής μηχανής, χωρίς το πέρασμα των μέσων παραγωγής στα χέρια της εργατικής τάξης και την οργάνωση της κοινωνίας με βάση τις ανάγκες των εργαζομένων, δε μπορεί να υπάρξει. Η επαναστατική ρητορεία του Τσάβες οδηγεί περισσότερο στον εγκλωβισμό της εργατικής τάξης στο πλαίσιο ενός καπιταλισμού «με ανθρώπινο πρόσωπο», παρά στην ανατροπή του. Κι αυτό όσο περνάει ο καιρός θα φαίνεται ολοένα και πιο καθαρά.
Παραπομπές:
[1] Vheadline.com 24/7/2006 (διαδικτυακός τόπος που δηλώνει ανεξάρτητος κατακρίνοντας την αμερικάνικη επέμβαση στα εσωτερικά του πολιτικού βίου της Βενεζουέλας)
[2] Περιοδικό “Socialism Today” 20/3/2005
[3] «Η οικονομία της Βενεζουέλας στα χρόνια του Τσάβες», Ιούλης 2007. Εκθεση του αμερικάνικου «Κέντρου Οικονομικών και Πολιτικών Ερευνών», το οποίο επιχειρεί μια πιο αντικειμενική παρουσίαση της κατάστασης της οικονομίας της Βενεζουέλας, επικαλούμενο τα στοιχεία του «Εθνικού Ινστιτούτου Στατιστικής της Βενεζουέλας» και της «Κεντρικής Τράπεζας της Βενεζουέλας».
[4] «Η διαφθορά στη Βενεζουέλα», άρθρο του Gregory Wilpert στο Venezuelanalysis.com 27/9/2007.
[5] Η Κίνα λειτουργεί ήδη από το 2005 τουλάχιστον δύο πετρελαϊκά πεδία στη Βενεζουέλα. Ο Τσάβες υπέγραψε δεκάδες συμφωνίες με Κινέζους αξιωματούχους τα τελευταία χρόνια. H μεγαλύτερη κινέζικη πετρελαϊκή εταιρία, διαθέτει μάλιστα άδεια εκμετάλλευσης πετρελαίου στον ποταμό Ορινόκο. (βλ. New York Times, 1/3/2005 και China Confidential 22/5/2006)
[6] ConnocoPhilips 2006 Annual Report
[7] https://www.conocophillips.com/about/ worldwide_ops/country/south_america/venezuela.htm
[8] Βενεζουέλα: Νέες κρατικοποιήσεις – Εκτός ΔΝΤ και Παγκόσμιας Τράπεζας («Κόντρα», Αρ.φύλλου 464, 5/5/2007).
[9] «U.S. blasts Chavez plan to nationalize electricity, phones» USA Today, 1/9/2007
[10] CNBC 12/3/2007