«Η Ρόζα Λούξεμπουργκ και ο Καρλ Λίμπκνεχτ που αναζήτησαν το δρόμο για τη ριζική αλλαγή, βρήκαν το θάνατο». Οταν τα ονόματα επαναστατών ηγετών, ηρώων του κομμουνιστικού και εργατικού κινήματος, φτάνουν στα χείλη πολιτικών τύπου Παπαρήγα, ηγετών κομμάτων ενσωματωμένων στον καπιταλισμό, κομμάτων που διεκδικούν μερίδιο της αστικής εξουσίας, λογικό είναι να μετατρέπονται σε κάτι άλλο απ’ αυτό που ήταν.
Η Λούξεμπουργκ και ο Λίμπκνεχτ, που δολοφονήθηκαν τέτοια εποχή πριν από 89 χρόνια, δεν πάλεψαν για καμιά «ριζική αλλαγή». Ηταν επαναστάτες κομμουνιστές και έπεσαν στα χαρακώματα του επαναστατικού αγώνα. Πολέμησαν στην πρώτη γραμμή της ένοπλης προλεταριακής εξέγερσης του Βερολίνου. Μιας εξέγερσης που οι ίδιοι είχαν θεωρήσει πρόωρη, όμως δεν δίστασαν να τη στηρίξουν με όλα τα μέσα όταν ξέσπασε. Ούτε αποκήρυξαν την εξέγερση, ούτε σηκώθηκαν να φύγουν, μολονότι μπορούσαν. Εμειναν εκεί, δίπλα στους εξεγερμένους εργάτες, παραδίνοντας το ύψιστο μάθημα ταξικής και επαναστατικής συνέπειας, το μάθημα της θυσίας στη φωτιά της επανάστασης.
Ομως, η λέξη επανάσταση είναι απαγορευμένη στο λεξιλόγιο του Περισσού. Γι’ αυτό και τα ηγετικά στελέχη του δεν διστάζουν να θέσουν στην κλίνη του ιδεολογικού Προκρούστη ακόμα και μορφές σαν τη Λούξεμπουργκ και τον Λίμπκνεχτ, μετατρέποντάς τους από επαναστάτες σε μεταρρυθμιστές. «Χρειάζεται να βρούμε το νόημα της πείρας του παρελθόντος, με τη νέα πείρα που υπάρχει σήμερα, για να χαράξουμε το σύγχρονο δρόμο αλλαγής, στο επίπεδο της εξουσίας», κατέληξε η Παπαρήγα στη δήλωσή της στο Βερολίνο.
Να γιατί εξαφανίζεται η επανάσταση και μετονομάζεται σε «ριζική αλλαγή». Δεν είναι φραστικό το ζήτημα, είναι ζήτημα ουσίας. Η επανάσταση σαρώνει θεσμούς και οικονομικές δομές, τσακίζει τον αστικό κρατικό μηχανισμό. Η επανάσταση είναι μια βίαιη πράξη, όπου ένα μέρος του πληθυσμού «επιβάλλει τη θέλησή του με λόγχες και με κανόνια», όπως έγραφε ο Ενγκελς. Η «ριζική αλλαγή» του Περισσού είναι ένας ήρεμος κοινοβουλευτικός περίπατος για την κατάκτηση της εξουσίας σε κάποιες εκλογές. Είναι ο «σύγχρονος δρόμος» προς τη διαχείριση του καπιταλισμού. Τα υπόλοιπα που λέγονται, τα καρυκεύματα περί «λαϊκής οικονομίας» και «λαϊκής εξουσίας» είναι το κουτόχορτο προς άγραν ψήφων.
Γι’ αυτό και ουδείς στον ελληνικό καπιταλισμό ανησυχεί με τον Περισσό. Γι’ αυτό το σύνολο του Τύπου «την έπεσε» άγρια στο βουλευτή του ΛΑΟΣ που πέταξε μερικές παλαιάς κοπής αντικομμουνιστικές κορόνες. Ο Περισσός έχει δώσει εξετάσεις στη διαχείριση πολιτικών και κοινωνικών κρίσεων και τις έχει περάσει με επιτυχία. Δεν υπάρχει εργατική, λαϊκή ή νεολαιίστικη κινητοποίηση που να χρησιμοποίησε αντιβία για να αντιμετωπίσει την κρατική καταστολή και δεν συκοφαντήθηκε ως έργο προβοκατόρων. Ούτε μία. Οχι μόνο την περίοδο του κοινοβουλευτισμού, αλλά ακόμα και την περίοδο της χούντας. Οι οργανώσεις επαναστατικής βίας συκοφαντήθηκαν ως ασφαλίτικες και πρακτόρικες. Γι’ αυτό και αποτελεί προσβολή στη μνήμη επαναστατών σαν τη Λούξεμπουργκ και τον Λίμπκνεχτ κάθε αναφορά από ένα κόμμα που εδώ και πολλά χρόνια έχει πουληθεί στην αστική τάξη.
Π.Γ.