Την Τετάρτη, πολυμελής αντιπροσωπεία μελών κυβερνήσεων της αμερικανικής ηπείρου συγκεντρώθηκαν στην Τεγκουσιγκάλπα, πρωτεύουσα της Ονδούρας, για να διαπραγματευτούν με τον πραξικοπηματία Μισελέτι την επιστροφή του ανατραπέντα προέδρου Σελάγια στην εξουσία. Μέλος της αντιπροσωπείας, υπουργός του Καναδά, ξεκαθάρισε στο περιθώριο της συγκρότησης της νέας διαπραγματευτικής ομάδας, ότι βάση των συνομιλιών θα είναι η δημιουργία κυβέρνησης εθνικής ενότητας –στην οποία θα συμμετέχει ο Σελάγια– με θητεία περιορισμένη μέχρι τις εκλογές που έχει προκηρύξει το καθεστώς για τα τέλη Νοέμβρη, πρόταση που είχε διατυπώσει ο νομπελίστας προέδρος της Κόστα Ρίκα, Οσκαρ Αρίας στις επαίσχυντες διαπραγματεύσεις που σύρθηκε ο Σελάγια, όσο βρισκόταν εκτός Ονδούρας.
Η πρόταση αυτή σημαίνει ουσιαστικά πλήρη αποδυνάμωση του Σελάγια, υποβιβασμό του σε θέση διακοσμητική στο πολιτικό καθεστώς της χούντας Μισελέτι και διατήρηση όλων των αντεργατικών, αντιλαϊκών μέτρων που προέκυψαν μετά το πραξικόπημα. Το παρόν σημείωμα γράφεται Τετάρτη απόγευμα, οπότε δεν γνωρίζουμε την έκβαση των διαπραγματεύσεων. Η μεθόδευσή τους, όμως, και το παρασκήνιο είναι σημαντικό για να καταλάβουμε πως τόσο τα καθεστώτα της εγγύτερης περιοχής, όσο και οι ιμπεριαλιστές επιδιώκουν να αποσοβήσουν την «πολιτική κρίση» που ξέσπασε στην Ονδούρα, να διαμορφώσουν νέες συμμαχίες με τις ηγετικές δυνάμεις μια όμορης χώρας και να εμφανιστούν ως «εγγυητές» –τουτέστιν νταβατζήδες– της «ομαλότητας» και της «τάξης» στην ευρύτερη περιοχή.
Εδώ και δυο βδομάδες, από τη στιγμή που ο Σελάγια εντοπίστηκε στην πρεσβεία της Βραζιλίας, το καθεστώς Μισελέτι ανέστειλε όλες τις θεμελιώδεις συνταγματικές ελευθερίες. Υποτίθεται ότι το Ανώτατο Δικαστήριο της χώρας, σε αγαστή συνεργασία με το στρατό και το κογκρέσο, ανέτρεψαν τον εκλεγμένο πρόεδρο της χώρας για να… σώσουν την Ονδούρα από συνταγματικό πραξικόπημα του Σελάγια. Σύμφωνα με τους πραξικοπηματίες, ο Σελάγια ήθελε να αλλάξει το σύνταγμα με δημοψήφισμα, για να μπορεί να διευρύνει χρονικά την κυβερνητική του θητεία. Εκλογές, όμως, με προεκλογική περίοδο χωρίς προεκλογικές συγκεντρώσεις, χωρίς την ελευθερία του συνέρχεσθαι, χωρίς habeas corpus, χωρίς την ελευθερία του λόγου, σημαίνουν εκλογές βίας και νοθείας, σημαίνουν νομιμοποίηση της στρατιωτικής χούντας.
Οι συνδικαλιστικοί εκπρόσωποι των καπιταλιστών της χώρας το λένε ξεκάθαρα: Ο Σελάγια δεν μπορεί να επιστρέψει στη χώρα νικητής. Αυτό θα σήμαινε… «καταστροφή για τη χώρα», επιστροφή στην πολιτική σύμπλευσης με τη Βενεζουέλα του Τσάβες και αναθάρρηση του λαού που στη συντριπτική του πλειοψηφία ζει κάτω από το όριο φτώχειας. Ο Σελάγια πρέπει να επιστρέψει με την ουρά στα σκέλια και ει δυνατόν μετά τις εκλογές. Το παιχνίδι λοιπόν των διαπραγματεύσεων είναι στημένο για το λαό της Ονδούρας. Κάθε αντιμαχόμενη πλευρά στο σύστημα εξουσίας της Ονδούρας –από την μία οι πραξικοπηματίες, από την άλλη ο ανατραπείς πρόεδρος και οι σύμμαχοί του– θέλει να εξασφαλίσει το μέλλον της στο πολιτικό σύστημα της χώρας, εμφανιζόμενη ως νικήτρια. Ο μεν Σελάγια θέλει να επιστρέψει στη διακυβέρνηση έστω και με περιορισμένες αρμοδιότητες, ο δε Μισελέτι να διατηρήσει τη θέση ενός ισόβιου γερουσιαστή τύπου Πινοσέτ, που θα του εξασφαλίσει ασυλία για όλη του τη ζωή και θα έχει να περηφανεύεται προσωρινά ότι έκοψε τα φτερά του «Ονδουριανού Τσάβες».
Ο λαός της Ονδούρας είναι ο μόνος χαμένος στο παιχνίδι αυτό. Γι’ αυτόν η έκβαση των διαπραγματεύσεων, όποια κι αν είναι, δεν επηρεάζει τη θέση του. Η τρομοκρατία, οι εκτελέσεις, οι μαζικές συλλήψεις–εκτοπίσεις, το σάρωμα των αστικοδημοκρατικών και συνδικαλιστικών ελευθεριών και δικαιωμάτων θα παραμείνουν. Η πολιτική κρίση της Ονδούρας οφείλεται πρώτα και κύρια στο λαό της Ονδούρας, που πάλεψε και παλεύει ενάντια στην χούντα. Αυτός πρέπει να πει τον τελευταίο λόγο.