Σύμφωνα με τις χειμερινές προβλέψεις της Κομισιό, αναμένεται ανάπτυξη 0,8% στην Ευρωπαϊκή Ενωση και 0,9% στην Ευρωζώνη για το 2023. Αυτές οι προβλέψεις, όμως, έχουν τόση αξία όσο τα δαφνόφυλλα που μάσαγε η Πυθία, διότι βασίζονται σε μια σειρά από «αν και εφόσον», που ακυρώνουν εν τοις πράγμασι την έννοια της πρόβλεψης.
Το πιο μεγάλο «αν», που οι ίδιοι ευρωπαίοι τεχνοκράτες αναφέρουν, έχει να κάνει με την εξέλιξη του ρωσοουκρανικού πολέμου. Η ακριβής διατύπωση του σχετικού Δελτίου Τύπου έχει ως εξής: «Οι προβλέψεις αυτές εξαρτώνται σε μεγάλο βαθμό από την καθαρά τεχνική παραδοχή ότι η επίθεση της Ρωσίας στην Ουκρανία δεν θα κλιμακωθεί, αλλά θα συνεχιστεί καθ’ όλη τη διάρκεια του χρονικού ορίζοντα των προβλέψεων».
Λογικώς σκεπτόμενοι, δεν θα έπρεπε να ασχοληθούμε με τη συγκεκριμένη «μελέτη», αλλά διακρίνουμε μέσα από αυτή, το φόβο των ευρωπαϊκών κυβερνήσεων για τη μελλοντική πορεία των οικονομιών.
Για παράδειγμα, το ΑΕΠ της γερμανικής οικονομίας συρρικνώθηκε κατά 0,4% το τελευταίο τρίμηνο του 2022 (σε σχέση με το τρίτο τρίμηνο του 2022), μείωση μεγαλύτερη της προβλεπόμενης. Περεταίρω μείωση αναμένεται και για το πρώτο τρίμηνο του 2023, οδηγώντας επίσημα την γερμανική οικονομία σε ύφεση (σύμφωνα με τους αστούς οικονομολόγους, δυο διαδοχικές μειώσεις του ΑΕΠ συνιστούν οικονομική ύφεση). Ταυτόχρονα, ο πληθωρισμός, όπως αποτυπώνεται από τον εναρμονισμένο δείκτη τιμών καταναλωτή, ανήλθε στο επίπεδο του 9,3% για τον Φεβρουάριο του 2023, αυξημένος κατά 1% σε σχέση με τον Ιανουάριο. Ειδικότερα, οι τιμές των τροφίμων αυξήθηκαν κατά 21,8% σε σχέση με το αντίστοιχο περσινό διάστημα, ενώ η τιμή της ενέργειας αυξήθηκε κατά 19,1%, αψηφώντας τα όποια μέτρα για τη συγκράτηση των τιμών.
Τα μεγέθη είναι αντίστοιχα και για άλλες χώρες στην ευρωζώνη. Στη Γαλλία, το ΑΕΠ αυξήθηκε μόλις 0,1% το τέταρτο τρίμηνο του 2022, ενώ ο πληθωρισμός έσπασε ρεκόρ για τα γαλλικά δεδομένα καθώς έφτασε το 7,2% τον Φεβρουάριο του 2023, αυξημένος κατά 0,2% σε σχέση με τον Ιανουάριο. Παρόμοιες μεταβολές είχε και η Ισπανία, όπου ο πληθωρισμός έφτασε το 6,1%.
Σε όλες τις περιπτώσεις το κοινό στοιχείο είναι ότι πρόκειται για μια γενικευμένη αύξηση των τιμών όλων των αγαθών και υπηρεσιών και όχι μόνο της ενέργειας και των τροφίμων. Αυτό αποτυπώνεται και από το δείκτη του δομικού πληθωρισμού, που ορίζεται ως ο πληθωρισμός με εξαίρεση τα τρόφιμα και την ενέργεια. Ο δομικός πληθωρισμός στην ευρωζώνη εκτιμάται ότι θα ανέβει στο 5,6% τον Φεβρουάριο του 2023, αυξημένος κατά 0,3% από τον προηγούμενο μήνα.
Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) έχει προχωρήσει σε αυξήσεις των επιτοκίων (300 μονάδες βάσης από τον Δεκέμβρη του 2021), στο πνεύμα που είχαμε περιγράψει για τις ΗΠΑ, με σκοπό να ρίξει τον πληθωρισμό. Θεωρητικά, τα αυξημένα επιτόκια θα οδηγήσουν σε λιγότερες επενδύσεις, ελέω μειωμένης ζήτησης κεφαλαίου. Αυτό είναι το μόνο «αντίδοτο» για τα πληθωριστικά φαινόμενα που έχουν οι κεντρικές τράπεζες. Η αντιμετώπιση του προβλήματος είναι ταξικά μυωπική.
Σύμφωνα με το Reuters, σε συνάντηση των μελών του διοικητικού συμβουλίου της ΕΚΤ στη Φινλανδία υπήρξε η εξής παραδοχή: Οι εταιρίες ανά την Ευρώπη θησαυρίζουν σε μια εποχή υψηλών τιμών, ενώ το κόστος το πληρώνουν οι εργάτες και οι καταναλωτές. Πιο απλά, για να διατηρήσουν τα ποσοστά κέρδους τους, οι επιχειρήσεις ανεβάζουν συνεχώς τις τιμές, ενώ παράλληλα ο ρυθμός αύξησης των ονομαστικών μισθών των εργατών είναι μικρότερος από τον πληθωρισμό. Ο Fabio Panetta, μέλος του διοικητικού συμβουλίου της ΕΚΤ, αναγκάστηκε να παραδεχτεί πως με τα τωρινά δεδομένα οι αυξήσεις που έχουν γίνει στους μισθούς δεν αποκλίνουν από το στόχο του 2% που έχει τεθεί για τον πληθωρισμό. Αυτό οδηγεί σε μια μείωση της αγοραστικής δύναμης κατά 3,6% (σίγουρα υποτιμημένη, καθώς υπολογίζεται σε μέσους όρους) σε σχέση με τα προ-Covid επίπεδα.
Παράλληλα σύμφωνα με έρευνα που έγινε σε 106 επιχειρήσεις παραγωγής καταναλωτικών αγαθών από τη συμβουλευτική εταιρία Refinitiv και μοιράστηκε στα μέλη του διοικητικού συμβουλίου της ΕΚΤ, το ποσοστό κέρδους ανήλθε σε 10,7%, αυξημένο κατά ένα τέταρτο σε σχέση με το 2019. Ολη η λογική εσωκλείεται στις παρακάτω φράσεις. Ο αντιπρόεδρος της ΕΚΤ, Λουίς δε Γίδος δήλωσε πως «η ΕΚΤ πρέπει να προσέξει και να αποφύγει αυξήσεις μισθών που θα απαιτηθούν από τα εργατικά σωματεία, γιατί αυτό θα οδηγήσει σε ένα σπιράλ μισθών-πληθωρισμού». Η καθηγήτρια Οικονομικών του πανεπιστήμιου Δυτικής Αγγλίας, Ντανιέλα Γκάμπορ, σχολίασε πως «υπάρχει μια απροθυμία για συζήτηση των εταιρικών κερδών. Αυτό καταδεικνύει ότι η στόχευση του πολιτικών κατά του πληθωρισμού είναι: Δεν πας για τα κέρδη- Δεν πας για το κεφάλαιο».