Ενας νέος άντρας επιστρέφει στη Τζαμπάλια, κρατώντας στην αγκαλιά του αυτόν τον ξανθό μπόμπιρα. Τον κουβάλησε σε όλη τη διαδρομή της επιστροφής από κάποιον καταυλισμό εκτοπισμένων στο νότο της Λωρίδας της Γάζας μέχρι τη Τζαμπάλια. Και διηγείται μια ιστορία που την ακούς και ανατριχιάζεις.
Τις πρώτες μέρες του πολέμου, οι σιωναζιστές βομβάρδισαν ένα σχολείο στη Τζαμπάλια, στο οποίο είχαν καταφύγει άμαχοι. Αυτός ο Παλαιστίνιος έτρεξε στο σχολείο αμέσως μετά το βομβαρδισμό. Βρήκε μόνο κομματιασμένους ανθρώπους. Μοναδικό σημάδι ζωής ήταν το κλάμα ενός μωρού σε μια άκρη. Ο άνδρας το πήρε μαζί του στο δρόμο του εκτοπισμού προς το νότο.
Ηταν μωρό της κούνιας και τώρα περπατάει και με αποκαλεί συνεχώς μπαμπά του, λέει ο Παλαιστίνιος. Και συνεχίζει: Δεν είμαι ο μπαμπάς του και στενοχωριέμαι, γιατί δεν ξέρω αν έχει άλλη οικογένεια. Από τη στενή οικογένειά του δεν έμεινε κανένας ζωντανός. Θα συνεχίσω να το μεγαλώνω μέχρι να βρεθεί κάποιος από την οικογένειά του για να το παραδώσω. Δίνει στο κανάλι τα στοιχεία του και περιγράφει πού και πότε βρήκε το μωρό.
Η ισλαμική θρησκεία απαγορεύει την υιοθεσία. Επιβάλλει το μεγάλωμα των ορφανών μέσα στην ευρύτερη οικογένεια. Από την άλλη, επιβάλλει την περίθαλψη και ανατροφή των ορφανών, όταν βρεθούν στα χέρια κάποιου. Η εγκατάλειψη ορφανού θεωρείται μεγάλη αμαρτία.
Μ’ αυτό το ιδεολογικό (θρησκευτικό) περίβλημα είναι τυλιγμένη η ανθρωπιά και η αλληλεγγύη μεταξύ των Παλαιστίνιων στη Λωρίδα της Γάζας. Οχι τώρα, από παλιά, σε όλους τους πολέμους. Απαγορεύεται να πεινάει ή να μένει άστεγος ο γείτονας. Τα ορφανά των μαρτύρων πρέπει να μεγαλώνουν μέσα στην ευρύτερη οικογένεια, χωρίς καμιά διάκριση από τα παιδιά που έχουν τους γονείς τους. Τα ορφανά των ξεκληρισμένων οικογενειών πρέπει να περιθάλπονται από όποιους τύχει να τα βρουν, μέχρι να παραδοθούν στις οικογένειές τους. Και τα βακούφια, τα μουσουλμανικά εκκλησιαστικά ιδρύματα, πρέπει να συνδράμουν τις οικογένειες που μεγαλώνουν ορφανά.