Αιγύπτιοι και Καταριανοί ανακοίνωσαν χτες ότι συνεχίζουν «τις εντατικές προσπάθειες για γεφύρωση των διαφορών και επίτευξη κατάπαυσης του πυρός στη Λωρίδα της Γάζας με βάση την πρόταση Γουίτκοφ». «Επιβεβαιώνουμε την πρόθεσή μας, σε συντονισμό με τις ΗΠΑ, να εντείνουμε τις προσπάθειες για υπέρβαση των εμποδίων στις διαπραγματεύσεις» αναφέρει η κοινή ανακοίνωση των μεσολαβητών.
Περιττεύει να σημειώσουμε πως οι άραβες μεσολαβητές δε θα έκαναν αυτή την κίνηση, αν προηγουμένως δεν είχαν συμβουλευτεί τις ΗΠΑ και δεν είχαν το πράσινο φως από την Ουάσιγκτον. Το ότι η ανακοίνωση για επανέναρξη των διαπραγματεύσεων έγινε τόσο γρήγορα (μέσα σε δυο μέρες από την αντι-πρόταση που κατέθεσε η Χαμάς) δείχνει ότι οι Αμερικάνοι βιάζονται, καθώς βλέπουν ότι η διεθνής εικόνα τους πλήττεται και δε θα μπορούν για πολύ ακόμα να καλύπτουν τις πιο μακάβριες πράξεις γενοκτονίας που διαπράττουν οι σιωναζιστές, όπως τη χτεσινή σφαγή στα κέντρα «διανομής βοήθειας», που διαχειρίζεται αμερικάνικη εταιρία.
Η Παλαιστινιακή Αντίσταση δήλωσε «παρούσα» με ανακοίνωση της Χαμάς:
Το Ισλαμικό Κίνημα Αντίστασης Χαμάς χαιρετίζει τις συνεχιζόμενες προσπάθειες του Κατάρ και της Αιγύπτου για τον τερματισμό του πολέμου που διεξάγει η σιωνιστική κατοχή ενάντια στον λαό μας στη Λωρίδα της Γάζας.
Το Κίνημα επιβεβαιώνει την ετοιμότητά του να ξεκινήσει άμεσα έναν νέο γύρο έμμεσων διαπραγματεύσεων, με στόχο την επίτευξη συμφωνίας στα σημεία διαφωνίας, προκειμένου να εξασφαλιστεί ανακούφιση για τον λαό μας και να τερματιστεί η ανθρωπιστική τραγωδία, οδηγώντας σε μια μόνιμη κατάπαυση του πυρός και την πλήρη αποχώρηση των δυνάμεων κατοχής.
Ισλαμικό Κίνημα Αντίστασης – Χαμάς
Κυριακή: 05 Ντουλ-Χιτζά 1446 Η.
Αντίστοιχα: 1 Ιουνίου 2025 Μ.Χ.
Στο μεταξύ, με μια πολιτικά σημαντική ανάρτησή του στο Χ, το ηγετικό στέλεχος της Χαμάς, Μαχμούντ Μαρντάουι ξεμπρόστιασε τους Αμερικανούς και κατέστησε σαφές σε όλους ότι η Παλαιστινιακή Αντίσταση δεν πρόκειται να προδώσει το λαό της:
Μετά από εβδομάδες σοβαρών και υπεύθυνων διαπραγματεύσεων με τον αμερικανό απεσταλμένο, καταλήξαμε σε μια αποδεκτή φόρμουλα που ευθυγραμμίζεται με τα ελάχιστα εθνικά μας αιτήματα και τις ανάγκες προστασίας του λαού μας. Ο αμερικανός απεσταλμένος συμφώνησε να την παρουσιάσει στην πλευρά του Ισραήλ. Ωστόσο, η Κατοχή απέρριψε το έγγραφο και ζήτησε από τους Αμερικανούς να μας παρουσιάσουν [την τελευταία πρόταση] ως τελική και μη διαπραγματεύσιμη.
Να σημειωθεί ότι το έγγραφο είναι γεμάτο καταστροφικές αδυναμίες που υπερβαίνουν ακόμα και τις ελλείψεις προηγούμενων ισραηλινών προτάσεων:
-
-
Δεν εγγυάται πραγματική αποχώρηση από τις κατεχόμενες περιοχές.
-
Δεν εγγυάται καθολική παύση των εχθροπραξιών σε καμία φάση.
-
Δεν εγγυάται βιώσιμη ροή ανθρωπιστικής βοήθειας.
-
Δεν εγγυάται την υλοποίηση οποιασδήποτε δέσμευσης πέραν της έβδομης ημέρας — της ημέρας δηλαδή κατά την οποία επρόκειτο να παραδοθούν οι ισραηλινοί αιχμάλωτοι. Από εκεί και πέρα, όλα αφήνονται στην κρίση και πρόθεση του Ισραήλ, χωρίς καμία εγγύηση.
-
Με άλλα λόγια: «Πάρτε ό,τι σας δίνουμε τώρα και βλέπουμε αργότερα αν θα τηρήσουμε τις υποσχέσεις μας».
Παρόλα αυτά, η στάση μας ήταν: «Ναι, αλλά…»
Είπαμε «ναι» επί της αρχής, αλλά απορρίψαμε τις συμφωνίες ως νομιμοποίηση της συνέχισης της γενοκτονίας και της λιμοκτονίας ή ως δίοδο για πολιτική απάτη και απάτη ασφάλειας.
Ζητήσαμε τροποποιήσεις στα σημεία που:
-
-
δεν εγγυώνται τη διακοπή των δολοφονιών,
-
δεν ανοίγουν τον δρόμο για βιώσιμη ανακούφιση και επιστροφή των εκτοπισμένων,
-
δεν επιβάλλουν σαφείς δεσμεύσεις στην Κατοχή για αποχώρηση και κατάπαυση του πυρός.
-
Το ειρωνικό είναι ότι αυτές οι τροποποιήσεις είναι απολύτως ίδιες — λέξη προς λέξη — με αυτά που είχαν ήδη συμφωνηθεί με τον αμερικανό μεσολαβητή τις προηγούμενες εβδομάδες.
Το αποτέλεσμα, δυστυχώς:
Αντί να στηρίξουν το αρχικό συμφωνημένο έγγραφο, οι ΗΠΑ περιέγραψαν την απάντησή μας ως «βήμα προς τα πίσω» και «απαράδεκτη», παρόλο που γνωρίζουν ότι βασίζεται αυστηρά σε ό,τι είχε συμφωνηθεί μαζί τους.
Το μήνυμά μας προς όλα τα εμπλεκόμενα μέρη και προς όλο τον κόσμο είναι το εξής:
Δεν είμαστε εμείς αυτοί που υπονομεύουν τις προσπάθειες ή που αποφεύγουν τη συμφωνία.
Προσφέραμε μια υπεύθυνη συμφωνία και την τροποποιήσαμε ώστε να προστατεύσουμε το λαό μας από τη γενοκτονία. Ζητούμε τον τερματισμό της επιθετικότητας, την παροχή βοήθειας, την επιστροφή των εκτοπισμένων και την απελευθέρωση των κρατουμένων.
Αυτό που ζητάμε δεν είναι πολιτικές απαιτήσεις, αλλά τα ελάχιστα της ανθρώπινης αξιοπρέπειας.
Οποιος θέλει πραγματικά να σταματήσει ο πόλεμος πρέπει να πιέσει εκείνους που σκοτώνουν, λιμοκτονούν και πολιορκούν — όχι εκείνους που υπερασπίζονται το λαό τους και ζητούν μόνο εγγυήσεις εφαρμογής.
Θα συνεχίσουμε να καταβάλλουμε κάθε δυνατή προσπάθεια για την επίτευξη συμφωνίας που θα οδηγήσει στην αποχώρηση του στρατού και στον τερματισμό του πολέμου, της πείνας και της γενοκτονίας.
Ενώ το παλαιστινιακό εσωτερικό μέτωπο είναι αρραγές, καθώς η Χαμάς διαβουλεύεται με τις υπόλοιπες παλαιστινιακές παρατάξεις (πλην της ανύπαρκτης Παλαιστινιακής Αρχής, φυσικά, στην οποία κανένας δε δίνει σημασία, ούτε οι σιωναζιστές, ούτε οι ιμπεριαλιστές, ούτε οι άραβες διαμεσολαβητές) και καταλήγουν σε κοινές θέσεις, τις οποίες η υπό τον Χαλίλ Αλ-Χάγια διαπραγματευτική ομάδα χειρίζεται στο διαπραγματευτικό σκάκι, στη σιωνιστική οντότητα συνεχίζεται η εσωτερική φαγωμάρα και ο διχασμός.
Χτες, η σιωνιστική Maariv φιλοξενούσε δηλώσεις του Γκέρσον Μπάσκιν, αρχιτέκτονα της «συμφωνίας Σαλίτ»:
Οι πρόσφατες θέσεις του Ισραήλ και της Χαμάς δείχνουν πως οι δύο πλευρές είναι εξαιρετικά απομακρυσμένες και δεν υπάρχει δυνατότητα επίτευξης συμφωνίας στις παρούσες συνθήκες. Ο μόνος τρόπος να τελειώσει αυτός ο πόλεμος, να επιστρέψουν όλοι οι όμηροι στα σπίτια τους και να απελευθερωθούν παλαιστίνιοι κρατούμενοι είναι αν ο πρόεδρος Τραμπ δώσει εντολή στον Νετανιάχου να σταματήσει τον πόλεμο και να συνάψει συμφωνία. Μέχρι τότε, φαίνεται ότι δεν υπάρχει πραγματική συμφωνία στο τραπέζι και οι διαπραγματεύσεις είναι απλώς άσκηση ματαιότητας.
Η σιωνιστική εφημερίδα έκανε και μια δυσοίωνη για την οντότητα πρόβλεψη:
Η κλεψύδρα για το τέλος του πολέμου στη Γάζα έχει αρχίσει να μετρά αντίστροφα. Τα βασικά ερωτήματα είναι: ποιο είναι το μέγεθος της επένδυσης στη συνέχιση της πολεμικής επιχείρησης και πώς θα διαχειριστεί το Ισραήλ τη φάση της εξόδου.